Веский στα ελληνικά
Μετάφραση: веский, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καίριος, ισχυρός, τάφος, ισχύων, τύμβος, στερεός, συμπαγής, δυνατός, δυναμικός, βαρυσήμαντος, βαρύς, βαρύ, βαρύνουσα, σπουδαία
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- весенний στα ελληνικά - άνοιξη, ελατήριο, ελατηρίου, την άνοιξη, άνοιξης
- весить στα ελληνικά - ζυγίζω, βάρος, ζυγιάζω, ζυγίζουν, ζυγίζει, ζυγίζεται, ζυγίζονται
- веско στα ελληνικά - με, με το, με την, με τις, με τα
- вескость στα ελληνικά - ισχύς, κύρος, εγκυρότητα, ισχύος, ισχύ
Τυχαίες λέξεις
Веский στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καίριος, ισχυρός, τάφος, ισχύων, τύμβος, στερεός, συμπαγής, δυνατός, δυναμικός, βαρυσήμαντος, βαρύς, βαρύ, βαρύνουσα, σπουδαία
Μεταφράσεις: καίριος, ισχυρός, τάφος, ισχύων, τύμβος, στερεός, συμπαγής, δυνατός, δυναμικός, βαρυσήμαντος, βαρύς, βαρύ, βαρύνουσα, σπουδαία