Ветер στα ελληνικά

Μετάφραση: ветер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κουρδίζω, αύρα, άνεμος, αεράκι, αιολική, άνεμο, αιολικής, του ανέμου
Ветер στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ветвь στα ελληνικά - υποκατάστημα, χέρι, περιοχή, κτήση, όπλο, μέλος, άκρο, ...
  • ветвящийся στα ελληνικά - διακλάδωση, διακλάδωσης, διακλαδώσεως, διακλαδώσεις, διακλαδώσεων
  • ветеран στα ελληνικά - παλαίμαχος, βετεράνος, βετεράνο, παλαίμαχο, βετεράνου
  • ветеринар στα ελληνικά - κτηνίατρος, κτηνίατρο, κτηνίατρό, τον κτηνίατρό, vet
Τυχαίες λέξεις
Ветер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κουρδίζω, αύρα, άνεμος, αεράκι, αιολική, άνεμο, αιολικής, του ανέμου