Втечь στα ελληνικά
Μετάφραση: втечь, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, άφεση, να ρέει, να ρεύσει, τη ροή, να ρέουν, στη ροή
Μεταφράσεις
- втемяшиться στα ελληνικά - αποκτώ, παίρνω, vtemyashit
- втереть στα ελληνικά - τρίβω, τρίψιμο, RUB, τρίψτε, τρίβετε, τρίψτε το
- втирание στα ελληνικά - προστριβής, γδάρσιμο, ερεθισμούς, φθορά τους λόγω τριβής, τις κυκλικές
- втирать στα ελληνικά - τρίβω, τρίψιμο, RUB, τρίψτε, τρίβετε, τρίψτε το
Τυχαίες λέξεις
Втечь στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, άφεση, να ρέει, να ρεύσει, τη ροή, να ρέουν, στη ροή
Μεταφράσεις: εκροή, εκπυρσοκρότηση, απολύω, άφεση, να ρέει, να ρεύσει, τη ροή, να ρέουν, στη ροή