Вторить στα ελληνικά
Μετάφραση: вторить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντήχηση, παίζω, αντηχώ, παριστάνω, τραγουδώ, αντιλαλώ, έργο, μιμούμαι, ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вторгнуться στα ελληνικά - να εισβάλει, να εισβάλουν, για να εισβάλουν, να εισβάλλουν, να εισβάλει στην
- вторжение στα ελληνικά - εισβολή, διείσδυση, εισβολής, την εισβολή, επιδρομή, εισβολή στο
- вторично στα ελληνικά - πάλι, ξανά, δευτερεύων, δευτεροβάθμιας, δευτεροβάθμια, δευτερεύουσα, δευτερογενή
- вторичный στα ελληνικά - δευτερόλεπτο, πλάγιος, δευτερεύων, δεύτερον, παράγωγος, επαναλαμβανόμενος, δεύτερος, ...
Τυχαίες λέξεις
Вторить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντήχηση, παίζω, αντηχώ, παριστάνω, τραγουδώ, αντιλαλώ, έργο, μιμούμαι, ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO
Μεταφράσεις: αντήχηση, παίζω, αντηχώ, παριστάνω, τραγουδώ, αντιλαλώ, έργο, μιμούμαι, ηχώ, ηχούς, echo, της ECHO, η ECHO