Вход στα ελληνικά
Μετάφραση: вход, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσκληση, στόμα, διάβαση, καταχώρηση, παραδοχή, θύρα, ομολογία, στόμιο, λήμμα, προσπέλαση, κείμενο, είσοδος, πρόσβαση, αυλόπορτα, πύλη, είσοδο, εισόδου, είσοδο του, την είσοδο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вундеркинд στα ελληνικά - βρέφος, wunderkind, παιδί θαύμα, παιδιού θαύματος
- вурдалак στα ελληνικά - λάμια, Ghoul, βρικόλακας, λάμιο
- входит στα ελληνικά - περιλαμβάνονται, περιλαμβάνεται, συμπεριλαμβάνεται, που περιλαμβάνονται, συμπεριλαμβάνονται
- входить στα ελληνικά - έρχομαι, διαπερνώ, εισέρχομαι, μπαίνω, εισάγετε, πληκτρολογήστε, αρχίζει, ...
Τυχαίες λέξεις
Вход στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσκληση, στόμα, διάβαση, καταχώρηση, παραδοχή, θύρα, ομολογία, στόμιο, λήμμα, προσπέλαση, κείμενο, είσοδος, πρόσβαση, αυλόπορτα, πύλη, είσοδο, εισόδου, είσοδο του, την είσοδο
Μεταφράσεις: πρόσκληση, στόμα, διάβαση, καταχώρηση, παραδοχή, θύρα, ομολογία, στόμιο, λήμμα, προσπέλαση, κείμενο, είσοδος, πρόσβαση, αυλόπορτα, πύλη, είσοδο, εισόδου, είσοδο του, την είσοδο