Выезжать στα ελληνικά
Μετάφραση: выезжать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φεύγω, παρατάω, παραιτούμαι, αντεπεξέρχομαι, εκπαιδεύω, καταφέρνω, αμαξοστοιχία, τρένο, κίνηση, σαλεύω, διευθύνω, κινώ, μετακομίζω, κινούνται έξω, κινηθούν έξω, κινηθεί έξω, μετακινηθούν από, εγκαταλείψουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- выезд στα ελληνικά - έξοδος, αναχώρηση, απόκλιση, στήνω, εξοπλίζω, εξόδου, έξοδο, ...
- выездить στα ελληνικά - διάλλειμα, εκπαιδεύω, τρένο, διάλειμμα, σπάζω, προπονούμενος, αντεπίθεση, ...
- выемка στα ελληνικά - φλάουτα, διοχετεύω, στεγαστικός, αυλακώνω, στέγαση, σχισμή, κόβω, ...
- выесть στα ελληνικά - vyest
Τυχαίες λέξεις
Выезжать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φεύγω, παρατάω, παραιτούμαι, αντεπεξέρχομαι, εκπαιδεύω, καταφέρνω, αμαξοστοιχία, τρένο, κίνηση, σαλεύω, διευθύνω, κινώ, μετακομίζω, κινούνται έξω, κινηθούν έξω, κινηθεί έξω, μετακινηθούν από, εγκαταλείψουν
Μεταφράσεις: φεύγω, παρατάω, παραιτούμαι, αντεπεξέρχομαι, εκπαιδεύω, καταφέρνω, αμαξοστοιχία, τρένο, κίνηση, σαλεύω, διευθύνω, κινώ, μετακομίζω, κινούνται έξω, κινηθούν έξω, κινηθεί έξω, μετακινηθούν από, εγκαταλείψουν