Высыхать στα ελληνικά
Μετάφραση: высыхать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξηρός, κατακεραυνώνω, στεγνός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- высыпание στα ελληνικά - χορταστικός, γέμισμα, έκρηξη, σφράγισμα, εξάνθημα, εξανθήματος, εξανθήματα, ...
- высыпать στα ελληνικά - βάζω, χιμώ, ρίχνω, άδειο, κενή, κενό, κενών, ...
- высь στα ελληνικά - ύψος, ύψους, το ύψος, ύψος του, του ύψους
- выталкивание στα ελληνικά - απέλαση, απέλασης, απομάκρυνσης, εκδίωξη, αποβολή
Τυχαίες λέξεις
Высыхать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξηρός, κατακεραυνώνω, στεγνός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή
Μεταφράσεις: ξηρός, κατακεραυνώνω, στεγνός, ξηρό, ξηρού, ξηρά, ξηρή