Вычислять στα ελληνικά
Μετάφραση: вычислять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λογαριάζω, υπολογίζω, αριθμός, πρόσωπο, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
![Вычислять στα ελληνικά Вычислять στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-5807.png)
Μεταφράσεις
- вычислить στα ελληνικά - λογαριάζω, υπολογίζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
- вычисляемый στα ελληνικά - υπολογιστική, υπολογιστικές, υπολογιστικών, υπολογιστικής, υπολογιστικό
- вычистить στα ελληνικά - εκκενώνω, καθαρός, καθαρό, καθαρά, καθαρή, καθαρές
- вычитаемое στα ελληνικά - έκπτωση, αφαίρεση, αφαιρετέος
Τυχαίες λέξεις
Вычислять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λογαριάζω, υπολογίζω, αριθμός, πρόσωπο, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
Μεταφράσεις: λογαριάζω, υπολογίζω, αριθμός, πρόσωπο, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει