Гиперболизировать στα ελληνικά
Μετάφραση: гиперболизировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερβαίνω, εντείνω, εξογκώνω, ξεπερνώ, ενισχύω, παραλέω, αυξάνω, υπερβάλλω, μεγαλοποιώ, ενισχύουν, ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχύει, την ενίσχυση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- гипербола στα ελληνικά - υπερβολή, υπερβολές, υπερβολής, η υπερβολή, την υπερβολή
- гиперболизация στα ελληνικά - ενίσχυση, ενίσχυσης, ενισχύσεως, την ενίσχυση, πολλαπλασιασμού
- гиперболический στα ελληνικά - υπερβολικός, υπερβολική, υπερβολικό, υπερβολικών, υπερβολικού
- гиперболоид στα ελληνικά - υπερβολοειδούς, hyperboloid, υπερβολοειδές
Τυχαίες λέξεις
Гиперболизировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερβαίνω, εντείνω, εξογκώνω, ξεπερνώ, ενισχύω, παραλέω, αυξάνω, υπερβάλλω, μεγαλοποιώ, ενισχύουν, ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχύει, την ενίσχυση
Μεταφράσεις: υπερβαίνω, εντείνω, εξογκώνω, ξεπερνώ, ενισχύω, παραλέω, αυξάνω, υπερβάλλω, μεγαλοποιώ, ενισχύουν, ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχύει, την ενίσχυση