Глазомер στα ελληνικά

Μετάφραση: глазомер, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτι, οφθαλμός, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές
Глазомер στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • глазной στα ελληνικά - οφθαλμικός, οφθαλμική, οφθαλμικής, οφθαλμικών, οφθαλμικές
  • глазок στα ελληνικά - οφθαλμός, τρύπα, μάτι, κρυφοκοιτάζω, ματάκι, ματάκι πόρτας
  • глазуровать στα ελληνικά - γιαλίζω, γκλασάρω, στιλβώνω, λούστρο, γάνωμα
  • глазурь στα ελληνικά - σμάλτο, εμαγιέ, αδαμαντίνη, γιαλίζω, γκλασάρω, στιλβώνω, λούστρο, ...
Τυχαίες λέξεις
Глазомер στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτι, οφθαλμός, ακριβής, ακριβή, ακριβείς, ακρίβεια, ακριβές