Голосование στα ελληνικά
Μετάφραση: голосование, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψηφίζω, ψήφισμα, διαίρεση, μεραρχία, ψήφος, ψηφοφορία, διχασμός, επιτήδευμα, ψηφοφορίας, ψήφο, ψήφου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- голосить στα ελληνικά - κραυγάζω, φωνάζω, κραυγή, στριγκλίζω, στριγγλίζω, έντονος, έντονο, ...
- голословный στα ελληνικά - άδειος, τσίτσιδος, γυμνός, γυμνό, γυμνή, γυμνού, γυμνά
- голосовать στα ελληνικά - εμφαίνω, παράσταση, δείχνω, ψηφίζω, ψήφος, ψηφοφορία, ψηφοφορίας, ...
- голосовой στα ελληνικά - φωνή, φωνής, φωνητικής, φωνητική, τη φωνή
Τυχαίες λέξεις
Голосование στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψηφίζω, ψήφισμα, διαίρεση, μεραρχία, ψήφος, ψηφοφορία, διχασμός, επιτήδευμα, ψηφοφορίας, ψήφο, ψήφου
Μεταφράσεις: ψηφίζω, ψήφισμα, διαίρεση, μεραρχία, ψήφος, ψηφοφορία, διχασμός, επιτήδευμα, ψηφοφορίας, ψήφο, ψήφου