Грудинка στα ελληνικά
Μετάφραση: грудинка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στήθος, μπέικον, στήθος ζώου, κρέας από στήθος, στέρνο, Πέτο, του στήθους
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- грудастый στα ελληνικά - busty, πρόστυχο, μεγάλο στήθος, με μεγάλο στήθος, το πρόστυχο
- грудина στα ελληνικά - στέρνο, στέρνου, το στέρνο, στήθους, του στήθους
- грудница στα ελληνικά - μαστίτιδα, μαστίτιδας, της μαστίτιδας, τη μαστίτιδα, μαστίτιδος
- грудной στα ελληνικά - στήθος, στο στήθος, θώρακα, το στήθος, θωρακικό
Τυχαίες λέξεις
Грудинка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στήθος, μπέικον, στήθος ζώου, κρέας από στήθος, στέρνο, Πέτο, του στήθους
Μεταφράσεις: στήθος, μπέικον, στήθος ζώου, κρέας από στήθος, στέρνο, Πέτο, του στήθους