Λέξη: προβλήτα
Σχετικές λέξεις: προβλήτα
προβλήτα α λιμάνι θεσσαλονίκης, προβλήτα του ολπ, προβλήτα english, προβλήτα λίμνης κύπρος, προβλήματα λίμνης, προβλήτα α στο λιμάνι θεσσαλονίκης, προβλήτα λεξικό, προβλήτα ιιι, προβλήτα ε1, προβλήτα ή προβλήτας
Συνώνυμα: προβλήτα
προκυμαία, αποβάθρα, κυματοθραύστης, μαύρος ως γαγάτης, μώλος
Μεταφράσεις: προβλήτα
προβλήτα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dock, jetty, pier, the pier, wharf
προβλήτα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
embarcadero, muelle, malecón, amarre, embarcadero de
προβλήτα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
pier, docken, anklagebank, dock, Anlegesteg, Mole, Pier, Bootssteg
προβλήτα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
dock, banc, ébrancher, retenir, quai, défalquer, rogner, jetée, déduire, bassin, ponton, la jetée, embarcadère, jetty
προβλήτα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
molo, pontile, jetty, molo di, banchina
προβλήτα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
doca, prescindir, molhe, pontão, jetty, cais, píer
προβλήτα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dok, pier, steiger, aanlegsteiger, jetty, kade
προβλήτα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дока, окорнать, пристань, сокращать, стричь, лопух, репица, урезывать, стыковаться, состыковать, обрубать, док, уменьшать, тупик, причал, пристани, мол, пирс
προβλήτα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dokk, brygge, kai, jetty, brygga, kaien
προβλήτα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brygga, bryggan, jetty, kajen
προβλήτα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
laivatelakka, häntäruoto, aallonmurtaja, lastauslaituri, laituri, jetty, laiturin, laiturilta
προβλήτα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
anløbsbro, jetty, molen, badebro, mole
προβλήτα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
lavice, dok, loděnice, oklestit, zkrátit, srazit, molo, mola, jetty, molem
προβλήτα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dokować, podogonie, potrącać, dok, obcinać, szczaw, ława, molo, nabrzeże, pomost, jetty, przystań
προβλήτα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
dokk, móló, Jetty, kikötőgátak, rakodón, mólóval
προβλήτα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
dalgakıran, iskele, İskelesi, jetty, bir iskele
προβλήτα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
обрубувати, докою, док, дока, пристань, є пристань, причалу, пристані, з причалу
προβλήτα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
bankinë, bankinë Loyang, bankina, zi sterrë, i zi sterrë
προβλήτα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кей, вълнолом, еркер, дига, еркера
προβλήτα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыстань, прыстані, што прыстань, прыстанак
προβλήτα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
dokk, sabaroots, silduma, sadamasild, kai, sadamasilla, sadamasillale, muuli
προβλήτα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dok, brodogradilište, kej, mol, gat, pristan, lukobran
προβλήτα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
jetty
προβλήτα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dokas, molas, prieplauka, pirsas, prieplaukų, molo
προβλήτα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
doks, mols, molu, dambis, piestātne, mola
προβλήτα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дига
προβλήτα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
chei, doc, dig, debarcader, jetty, debarcaderul, debarcaderele
προβλήτα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dok, pomol, jetty, Brana, pomola
προβλήτα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dok, mólo, pier, molo
Στατιστικά δημοτικότητας: προβλήτα
Τυχαίες λέξεις