Давка στα ελληνικά

Μετάφραση: давка, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συρρέω, κολοκύθι, πρεσάρω, πλήθος, πατικώνω, συνωστισμός, ζουλώ, συναθροίζομαι, πιέζω, συνθλίβω, συντριβή, φλερτ, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συνθλίβετε
Давка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • давить στα ελληνικά - στραγγαλίζω, πρεσάρω, ζουλώ, συνθλίβω, συνωστισμός, πιέζω, τσαλαπατώ, ...
  • давиться στα ελληνικά - χώνω, στραγγαλίζω, πιέτα, φλομώνω, πτύσσω, πτυχή, εμφράκτης, ...
  • давление στα ελληνικά - άγχος, στύβω, τονίζω, ένταση, εφαρμογή, επιβολή, ζουλώ, ...
  • давний στα ελληνικά - γέρικος, απομακρυσμένος, γέρος, παλαιός, απόμακρος, παλιός, παλιά, ...
Τυχαίες λέξεις
Давка στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συρρέω, κολοκύθι, πρεσάρω, πλήθος, πατικώνω, συνωστισμός, ζουλώ, συναθροίζομαι, πιέζω, συνθλίβω, συντριβή, φλερτ, σύνθλιψη, σύνθλιψης, συνθλίβετε