Дар στα ελληνικά
Μετάφραση: дар, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δώρο, διεύθυνση, χάρισμα, πεσκέσι, παρών, επιχορηγώ, εξουσία, χορηγώ, υποτροφία, προικοδότηση, κύρος, παρουσιάζω, δύναμη, δωρεά, επίδομα, δώρων, δώρου, το δώρο, δώρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дань στα ελληνικά - συνεισφορά, συμβολή, απαιτούμενος, πρέπων, φόρος, φόρο τιμής, αφιέρωμα, ...
- даосизм στα ελληνικά - Ταοϊσμός, Ταοϊσμού, Ταοϊσμό, τον Ταοϊσμό, ο Ταοϊσμός
- дарвинизм στα ελληνικά - δαρβινισμός, Δαρβινισμού, Δαρβινισμό, ο Δαρβινισμός, τον Δαρβινισμό
- дарвинист στα ελληνικά - δαρβινιστική, δαρβινιστής
Τυχαίες λέξεις
Дар στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δώρο, διεύθυνση, χάρισμα, πεσκέσι, παρών, επιχορηγώ, εξουσία, χορηγώ, υποτροφία, προικοδότηση, κύρος, παρουσιάζω, δύναμη, δωρεά, επίδομα, δώρων, δώρου, το δώρο, δώρα
Μεταφράσεις: δώρο, διεύθυνση, χάρισμα, πεσκέσι, παρών, επιχορηγώ, εξουσία, χορηγώ, υποτροφία, προικοδότηση, κύρος, παρουσιάζω, δύναμη, δωρεά, επίδομα, δώρων, δώρου, το δώρο, δώρα