Дефицитный στα ελληνικά
Μετάφραση: дефицитный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπάνιος, σπάνιων, σπανίζουν, ανεπαρκεία, σπάνιο
![Дефицитный στα ελληνικά Дефицитный στα ελληνικά](https://www.dictionaries24.com/images/gr-ru-gr-7847.png)
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- дефис στα ελληνικά - συντρίβω, τρέχω, ραντίζω, ενωτικό, παύλα, παύλας, ενωτικού, ...
- дефицит στα ελληνικά - σπανιότητα, χάσμα, έλλειψη, αποστατώ, κενό, ελάττωμα, έλλειμμα, ...
- дефлектор στα ελληνικά - εκτροπέας, εκτροπέα, εκτροπής, εκτροπέως, του εκτροπέα
- дефляционный στα ελληνικά - αποπληθωριστικές, αποπληθωριστική, αποπληθωρισμού, αντιπληθωριστικές, αποπληθωριστικών
Τυχαίες λέξεις
Дефицитный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπάνιος, σπάνιων, σπανίζουν, ανεπαρκεία, σπάνιο
Μεταφράσεις: σπάνιος, σπάνιων, σπανίζουν, ανεπαρκεία, σπάνιο