Директивный στα ελληνικά
Μετάφραση: директивный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- диптих στα ελληνικά - δίπτυχο, δίπτυχα, δίπτυχες, δίπτυχου
- директива στα ελληνικά - ηγούμαι, οδηγία, οδηγός, κατεύθυνση, μόλυβδος, λουρί, οδηγίας, ...
- директор στα ελληνικά - πρόεδρος, ράμφος, ηγετικός, μετρ, κύριος, αφέντης, δεξιοτέχνης, ...
- директорат στα ελληνικά - Διεύθυνση, Διεύθυνσης, διευθύνσεως, Διευθυνση, ΓΔ
Τυχαίες λέξεις
Директивный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
Μεταφράσεις: οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του