Доминион στα ελληνικά

Μετάφραση: доминион, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυριαρχία, εξουσία, κυριαρχίας, επικράτεια, την κυριαρχία
Доминион στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • доминиканка στα ελληνικά - Δομινικανή, δομινικανούς, Δομινικανής, Δομινικανική, σε Δομινικανή
  • доминиканский στα ελληνικά - Δομινικανή, δομινικανούς, Δομινικανής, Δομινικανική, σε Δομινικανή
  • доминирование στα ελληνικά - κυριαρχία, κυριαρχίας, την κυριαρχία, της κυριαρχίας, επικράτηση
  • доминировать στα ελληνικά - κυριαρχώ, υπερισχύω, επικρατώ, είμαι, δεσπόζω, βρίσκομαι, διανύω, ...
Τυχαίες λέξεις
Доминион στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυριαρχία, εξουσία, κυριαρχίας, επικράτεια, την κυριαρχία