Дюбель στα ελληνικά

Μετάφραση: дюбель, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρφίτσα, γόμφος, κλειδί, συνδετικό καρφί, πείρο, διασυνδετικού πείρου, διασυνδετικό πείρο, διασυνδετικός πείρος
Дюбель στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • дьячок στα ελληνικά - σκευοφύλακας, νεωκόρος, νεκροθάφτης, Σέξτον, Sexton, ο Σέξτον
  • дэвид στα ελληνικά - Δαβίδ, david, Ο David, Ντέιβιντ, τον David
  • дюгонь στα ελληνικά - Ντιγκόνγκ, φώκιες, Dugong, θαλάσσια αγελάδα
  • дюжий στα ελληνικά - ανθεκτικός, δυνατός, γερός, ρωμαλέος, βαρύς, βαριά, βαρύ, ...
Τυχαίες λέξεις
Дюбель στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρφίτσα, γόμφος, κλειδί, συνδετικό καρφί, πείρο, διασυνδετικού πείρου, διασυνδετικό πείρο, διασυνδετικός πείρος