Дюжий στα ελληνικά
Μετάφραση: дюжий, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθεκτικός, δυνατός, γερός, ρωμαλέος, βαρύς, βαριά, βαρύ, βαριές, υπέρογκο
Μεταφράσεις
- дюбель στα ελληνικά - καρφίτσα, γόμφος, κλειδί, συνδετικό καρφί, πείρο, διασυνδετικού πείρου, διασυνδετικό πείρο, ...
- дюгонь στα ελληνικά - Ντιγκόνγκ, φώκιες, Dugong, θαλάσσια αγελάδα
- дюжина στα ελληνικά - δωδεκάδα, ντουζίνα, δώδεκα, δεκάδες, δωδεκάδες
- дюжинный στα ελληνικά - συνηθισμένος, μέτριος, κοινός, από τη δωδεκάδα, κατά δεκάδες, κατά δωδεκάδες
Τυχαίες λέξεις
Дюжий στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθεκτικός, δυνατός, γερός, ρωμαλέος, βαρύς, βαριά, βαρύ, βαριές, υπέρογκο
Μεταφράσεις: ανθεκτικός, δυνατός, γερός, ρωμαλέος, βαρύς, βαριά, βαρύ, βαριές, υπέρογκο