Заклинать στα ελληνικά
Μετάφραση: заклинать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκλιπαρώ, θερμοπαρακαλώ, παρακινώ, ικετεύω, επικαλούμαι, παραινώ, εξορκίζω, πλάθω, ενσκήψει, αναπολώ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- боек στα ελληνικά - ηγούμαι, κεφάλι, πόνος, πρόσωπο, αντιμετωπίζω, κύρος, αντικρίζω, ...
- бриг στα ελληνικά - βρίκιο, φυλακή, brig, μπρίκιο, Μπριγκ
- вкалывать στα ελληνικά - χώνω, ραβδί, Stick, στικ, κολλήσει, το ραβδί
- желторотый στα ελληνικά - πράσινος, άπειρος, άπειρους, άπειροι, άπειρο, πείρα
Τυχαίες λέξεις
Заклинать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκλιπαρώ, θερμοπαρακαλώ, παρακινώ, ικετεύω, επικαλούμαι, παραινώ, εξορκίζω, πλάθω, ενσκήψει, αναπολώ
Μεταφράσεις: εκλιπαρώ, θερμοπαρακαλώ, παρακινώ, ικετεύω, επικαλούμαι, παραινώ, εξορκίζω, πλάθω, ενσκήψει, αναπολώ