Επικαλούμαι στα ρωσικά
Μετάφραση: επικαλούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
умолять, вызывать, призывать, заклинать, взывать, вызвать, ссылаться, вызова, ссылаться на
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επικαλούμαι
επικαλούμαι αρχικοι χρονοι, επικαλούμαι ορισμος, επικαλούμαι μετάφραση, επικαλούμαι ανύπαρκτους κινδύνους, επικαλούμαι ετυμολογία, επικαλούμαι λεξικό γλώσσας ρωσικά, επικαλούμαι στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- επικίνδυνα στα ρωσικά - опасно, опасной, опасную, в опасной, угрожающе
- επικίνδυνος στα ρωσικά - опасный, рискованный, небезопасный, скользкий, азартный, авантюрный, опасно, ...
- επικαλύπτω στα ρωσικά - перекрывать, простирать, покрыла, покрывать
- επικείμενος στα ρωσικά - предстоящий, надвигающийся, нависший, угрожающий, грозящий, близкий, неизбежный, ...
Τυχαίες λέξεις
Επικαλούμαι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: умолять, вызывать, призывать, заклинать, взывать, вызвать, ссылаться, вызова, ссылаться на
Μεταφράσεις: умолять, вызывать, призывать, заклинать, взывать, вызвать, ссылаться, вызова, ссылаться на