Замаскировать στα ελληνικά
Μετάφραση: замаскировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συγκάλυψη, προσωπείο, μάσκα, μεταμφίεση, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask
Μεταφράσεις
- вереск στα ελληνικά - στριγκλίζω, βρύο, στριγκλιά, ρείκι, ερείκη, Heather, ερείκης, ...
- гумми στα ελληνικά - μαστίχα, κόμμι, κόμμεος, ούλων, κόμμεως, τσίχλας
- детонатор στα ελληνικά - πυροκροτητής, πυροκροτητή, πυροκροτητού, πυροκροτητών, πυροκροτητές
- доказать στα ελληνικά - δείχνω, ιδρύω, διαπιστώνω, καθιερώνω, επιβάλλω, αποδεικνύω, διαδηλώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Замаскировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συγκάλυψη, προσωπείο, μάσκα, μεταμφίεση, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask
Μεταφράσεις: συγκάλυψη, προσωπείο, μάσκα, μεταμφίεση, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask