Замерить στα ελληνικά
Μετάφραση: замерить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτιμώ, υπολογίζω, μετρητής, μετρώ, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- барабан στα ελληνικά - τύμπανο, κύλινδρος, τυμπάνου, το τύμπανο, του τυμπάνου, τύμπανου
- библейский στα ελληνικά - βιβλικός, βιβλική, την βιβλική, βιβλικό, βιβλικές
- вылавливать στα ελληνικά - ψάρι, ανασύρεις, τα ψάρια έξω, ψάρια έξω, ψάρι έξω, ψαρέψουμε
- жизнеспособность στα ελληνικά - χυμός, ζωτικότητα, ζουμί, εξαντλώ, βιωσιμότητα, βιωσιμότητας, βιωσιμότητά, ...
Τυχαίες λέξεις
Замерить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτιμώ, υπολογίζω, μετρητής, μετρώ, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
Μεταφράσεις: εκτιμώ, υπολογίζω, μετρητής, μετρώ, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν