Замесить στα ελληνικά
Μετάφραση: замесить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανακατεύω, ανακατώνω, μίγμα, μαλάζω, αναμιγνύω, μαλάσσω, ζυμώνουμε, ζυμώστε, ζυμώνετε, ζυμώνουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- болельщик στα ελληνικά - ανεμιστήρας, οπαδός, βεντάλια, υποστηρικτής, ανεμιστήρα, fan, του ανεμιστήρα
- видоизмениться στα ελληνικά - αλλάζω, μετατρέπω, τροποποιώ, παραποιώ, μεταλλάσσονται, μεταλλαχθεί, μεταλλαχθούν, ...
- витиеватый στα ελληνικά - λουλουδένιος, έξοχος, εξεζητημένος, ωραίος, στολισμένος, περίτεχνα, περίτεχνο, ...
- заварной στα ελληνικά - βραστό, βρασμένο, βραστά, βρασμένα, βράζεται
Τυχαίες λέξεις
Замесить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανακατεύω, ανακατώνω, μίγμα, μαλάζω, αναμιγνύω, μαλάσσω, ζυμώνουμε, ζυμώστε, ζυμώνετε, ζυμώνουν
Μεταφράσεις: ανακατεύω, ανακατώνω, μίγμα, μαλάζω, αναμιγνύω, μαλάσσω, ζυμώνουμε, ζυμώστε, ζυμώνετε, ζυμώνουν