Замучить στα ελληνικά

Μετάφραση: замучить, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανώλης, άλεσμα κάτω, τροχίστε τα, αλέσετε για
Замучить στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аппарель στα ελληνικά - ράμπα, διαδρόμου, ράμπας, κλιμάκωση, κεκλιμένου επιπέδου
  • вылежать στα ελληνικά - μένω, μείνετε, να μείνουν, μείνουν, παραμονή, μείνει
  • дивиться στα ελληνικά - αναρωτιέμαι, θαύμα, διερωτώμαι, θαυμασμός, Marvel, θαυμάστε, της Marvel, ...
  • дивный στα ελληνικά - λαμπρός, ωραίος, απίθανος, καταπληκτικός, φίνος, ευφρόσυνος, πρόστιμο, ...
Τυχαίες λέξεις
Замучить στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανώλης, άλεσμα κάτω, τροχίστε τα, αλέσετε για