Αποδεκατίζω στα αγγλικά
Μετάφραση: αποδεκατίζω, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
decimate
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αποδεκατίζω
decimate
- καταστρέφω
- αποδεκατίζω
Σχετικές λέξεις: αποδεκατίζω
αποδεκατίζω ετυμολογία, αποδεκατίζω σημασια, αποδεκατίζω συνώνυμα, αποδεκατίζω λεξικό γλώσσας αγγλικά, αποδεκατίζω στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- αποδείξεις στα αγγλικά - evidence, proof, receipts, proofs, evidence of
- αποδεικνύω στα αγγλικά - aver, demonstrate, prove, evince, substantiate, bear witness to
- αποδεκτός στα αγγλικά - admissible, acceptable, accepted, unacceptable, acceptable to
- αποδεσμεύω στα αγγλικά - unleash, unshackle, absolve, disengage
Τυχαίες λέξεις
Αποδεκατίζω στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: decimate
Μεταφράσεις: decimate