Заново στα ελληνικά
Μετάφραση: заново, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσφατα, πάλι, εκ νέου, νέου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- активизация στα ελληνικά - ενεργοποίηση, επίταση, εντατικοποίηση, εντατικοποίησης, η εντατικοποίηση, την εντατικοποίηση
- домик στα ελληνικά - καταφύγιο, προστατεύω, θαλαμίσκος, κάσα, καμπίνα, σφηνώνω, πυγμαχώ, ...
- древесный στα ελληνικά - δασώδης, ξυλώδης, ξυλώδη, ξυλωδών, ξυλώδες, ξυλώδους
- дрозд στα ελληνικά - τσίχλα, άφθες, την τσίχλα, τσιχλών, άφθα
Τυχαίες λέξεις
Заново στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσφατα, πάλι, εκ νέου, νέου
Μεταφράσεις: πρόσφατα, πάλι, εκ νέου, νέου