Заплывать στα ελληνικά
Μετάφραση: заплывать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κολυμπώ, πλέω, αποκτώ, πανί, επιπλέω, φελλός, παίρνω, κολύμπι, βουτιά, μπάνιο, το μπάνιο, κολυμπήσετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бекон στα ελληνικά - μπέικον, μπέϊκον, το μπέικον, το μπέϊκον
- гипотетичный στα ελληνικά - εικαστικός, υποθετικός, ΥΠΟΘΕΤΙΚΑ, υποθετική, υποθετικό, υποθετικά
- гончая στα ελληνικά - καταδιώκω, σκύλος, κυνηγώ, κυνηγόσκυλο, λαγωνικό, κυνηγόσκυλου, κυνηγόσκυλων, ...
- добиваться στα ελληνικά - ψάχνω, κατορθώνω, κοπιαστικός, χτυπώ, πασχίζω, πολύμοχθος, αναζητώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Заплывать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κολυμπώ, πλέω, αποκτώ, πανί, επιπλέω, φελλός, παίρνω, κολύμπι, βουτιά, μπάνιο, το μπάνιο, κολυμπήσετε
Μεταφράσεις: κολυμπώ, πλέω, αποκτώ, πανί, επιπλέω, φελλός, παίρνω, κολύμπι, βουτιά, μπάνιο, το μπάνιο, κολυμπήσετε