Застигнуть στα ελληνικά

Μετάφραση: застигнуть, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προσπερνώ, παίρνω, ξεπερνώ, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Застигнуть στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • аммоний στα ελληνικά - αμμώνιο, αμμωνίου, του αμμωνίου
  • вышеупомянутый στα ελληνικά - προαναφερθείς, προαναφερθείσα, προαναφερθείσες, προαναφερθέντα, προαναφερθέν
  • грот στα ελληνικά - σπηλιά, τόσο, έτσι, σπήλαιο, Grotto, σπηλαίου, σπηλιάς
  • дурость στα ελληνικά - τρέλα, ανοησία, αφροσύνη, τρέλας, μωρία
Τυχαίες λέξεις
Застигнуть στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προσπερνώ, παίρνω, ξεπερνώ, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα