Ασύγχρονος στα αγγλικά
Μετάφραση: ασύγχρονος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
asynchronous, an asynchronous
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ασύγχρονος
ασύγχρονος κινητήρας, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας βραχυκυκλωμένου δρομέα, ασύγχρονος τριφασικός κινητήρας, ασύγχρονος απαριθμητής, ασύγχρονος τρόπος μεταφοράς, ασύγχρονος λεξικό γλώσσας αγγλικά, ασύγχρονος στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- ασχολία στα αγγλικά - pursuit, occupation, engagement, occupation of, pastime
- ασωτία στα αγγλικά - debauchery, profligacy, prodigality, extravagance, meretriciousness
- ασύλληπτος στα αγγλικά - elusive, uncaught, inconceivable, at large, unimaginable
- ασύμμετρος στα αγγλικά - asymmetric, incommensurate, chiral, asymmetrical
Τυχαίες λέξεις
Ασύγχρονος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: asynchronous, an asynchronous
Μεταφράσεις: asynchronous, an asynchronous