Затененный στα ελληνικά

Μετάφραση: затененный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκιώδης, σκιασμένο, σκιασμένη, σκιασμένες, σκιερό, σκιερή
Затененный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • апостроф στα ελληνικά - αποστροφή, απόστροφος, απόστροφο, αποστρόφου, την απόστροφο
  • гористый στα ελληνικά - ορεινός, ορεινές, ορεινό, ορεινή, ορεινά
  • грешный στα ελληνικά - αμαρτωλός, αμαρτωλή, αμαρτωλό, αμαρτωλοί, αμαρτωλά
  • двадцатилетний στα ελληνικά - είκοσι, εικοστή, από είκοσι
Τυχαίες λέξεις
Затененный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκιώδης, σκιασμένο, σκιασμένη, σκιασμένες, σκιερό, σκιερή