Затопать στα ελληνικά
Μετάφραση: затопать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχίζω, σφραγισμένο, σταμπωτά, σφραγίδα και, σταμπωτών, σταμπωτό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- амбразура στα ελληνικά - πολεμίστρα, κενό, παραθυράκι, κενού, το κενό
- арбитражный στα ελληνικά - διαιτησία, διαιτησίας, διαιτησίας που, διαιτητικό, διαιτητική
- ариозо στα ελληνικά - arioso
- дожидаться στα ελληνικά - διαμένω, περιμένω, προλαμβάνω, προκαταλαμβάνω, φαίνομαι, προσδοκώ, εμφάνιση, ...
Τυχαίες λέξεις
Затопать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχίζω, σφραγισμένο, σταμπωτά, σφραγίδα και, σταμπωτών, σταμπωτό
Μεταφράσεις: αρχίζω, σφραγισμένο, σταμπωτά, σφραγίδα και, σταμπωτών, σταμπωτό