Затягиваться στα ελληνικά
Μετάφραση: затягиваться, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιμένω, είμαι, καθυστερώ, εισπνέω, διανύω, τράβηγμα, τραβώ, βρίσκομαι, βραδυπορώ, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- бридж στα ελληνικά - γέφυρα, γεφυρώνω, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
- вице-канцлер στα ελληνικά - Vice-Chancellor, Πρύτανης, Αντιπρόεδρος καγκελάριος, πρύτανη, Αντικαγκελλάριος
- воздушность στα ελληνικά - ευχέρεια, καταπραΰνω, ευκολία, άνεση, φαιδρότητα, ελαφρότητα, αιθέρια αίσθηση, ...
- деморализовать στα ελληνικά - αποθαρρύνω, εξαχρειώνω, σπάω το ηθικό, διαφθείρω, κάμψει το ηθικό
Τυχαίες λέξεις
Затягиваться στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιμένω, είμαι, καθυστερώ, εισπνέω, διανύω, τράβηγμα, τραβώ, βρίσκομαι, βραδυπορώ, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση
Μεταφράσεις: επιμένω, είμαι, καθυστερώ, εισπνέω, διανύω, τράβηγμα, τραβώ, βρίσκομαι, βραδυπορώ, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση