Защемлять στα ελληνικά
Μετάφραση: защемлять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στριμώχνω, συνωστισμός, ζουλώ, κλέβω, συνθλίβω, στύβω, βουτώ, τσιμπώ, μαρμελάδα, εμπλοκή, μαρμελάδας, εμπλοκής, μαρμελάδες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- влияние στα ελληνικά - έμπνευση, ορμή, αντίκτυπο, αντίδραση, θέμα, κατάληξη, επενέργεια, ...
- ворса στα ελληνικά - σωρός, Pile, στοίβα, Χνουδωτά, με πέλος
- выдаваться στα ελληνικά - εξέχω, βλέμμα, φαίνομαι, εμφάνιση, προβάλλω, συμβαίνω, διαδραματίζω, ...
- догорать στα ελληνικά - έξω, ξεθωριάζω, σβήνω, καεί, καίγονται, φθαρεί, κάψει
Τυχαίες λέξεις
Защемлять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στριμώχνω, συνωστισμός, ζουλώ, κλέβω, συνθλίβω, στύβω, βουτώ, τσιμπώ, μαρμελάδα, εμπλοκή, μαρμελάδας, εμπλοκής, μαρμελάδες
Μεταφράσεις: στριμώχνω, συνωστισμός, ζουλώ, κλέβω, συνθλίβω, στύβω, βουτώ, τσιμπώ, μαρμελάδα, εμπλοκή, μαρμελάδας, εμπλοκής, μαρμελάδες