Зондировать στα ελληνικά

Μετάφραση: зондировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήχος, φωνή, εξερευνώ, γερός, καθετήρας, ανιχνευτή, καθετήρα, ανιχνευτής, ιχνηλάτη
Зондировать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ара στα ελληνικά - μακώ, macaw, πτηνού ara
  • бессменный στα ελληνικά - μόνιμος, διαρκής, μόνιμη, μόνιμης, μόνιμο
  • выровнять στα ελληνικά - ίσος, δικαίωμα, ακόμα, ευθυγραμμίζω, δεξιός, σωστός, ευθυγράμμιση, ...
  • дозволяющий στα ελληνικά - επιτρεπτικός, επιτρεπτικά, ανεκτική, επιτρεπτές, επιτρεπτική
Τυχαίες λέξεις
Зондировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήχος, φωνή, εξερευνώ, γερός, καθετήρας, ανιχνευτή, καθετήρα, ανιχνευτής, ιχνηλάτη