Зрение στα ελληνικά

Μετάφραση: зрение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάτι, ανάβω, οφθαλμός, φωτίζω, όραμα, φωτερός, ξανθός, όραση, θέαμα, όψεως, θέα, όρασης
Зрение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • биение στα ελληνικά - δέρνω, εγκεφαλικό, καρδιοχτύπι, παλλόμενος, χτυπώ, χτύπημα, νικώ, ...
  • быстрорежущий στα ελληνικά - υψηλής ταχύτητας, μεγάλης ταχύτητας, υψηλών ταχυτήτων, γρήγορη, μεγάλη ταχύτητα
  • возбудитель στα ελληνικά - πράκτορας, μεσίτης, αιτία, σκοπός, προκαλώ, παράγων, κεντρίζω, ...
  • дурачок στα ελληνικά - χαζός, κουτορνίθι, μωρός, αμερικανάκι, με αμερικανάκι
Τυχαίες λέξεις
Зрение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάτι, ανάβω, οφθαλμός, φωτίζω, όραμα, φωτερός, ξανθός, όραση, θέαμα, όψεως, θέα, όρασης