Интервал στα ελληνικά
Μετάφραση: интервал, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βήμα, διάστημα, χώρος, κενό, διάβημα, διάλειμμα, χάσμα, βηματίζω, σπιθαμή, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аборт στα ελληνικά - άμβλωση, αποβολή, έκτρωση, την άμβλωση, η άμβλωση
- бесконечность στα ελληνικά - άπειρος, αιωνιότητα, άπειρο, υπερχείλισης, το άπειρο, τύπου infinity, απείρου
- вполне στα ελληνικά - τελείως, όλα, πλήρως, σωματικά, πλούσια, απόλυτος, δεόντως, ...
- гнездышко στα ελληνικά - θαλάμη, φωλιά, φωλιάζω, φωλιάζουν, φωλιάς, τη φωλιά, φωλιές
Τυχαίες λέξεις
Интервал στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βήμα, διάστημα, χώρος, κενό, διάβημα, διάλειμμα, χάσμα, βηματίζω, σπιθαμή, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα
Μεταφράσεις: βήμα, διάστημα, χώρος, κενό, διάβημα, διάλειμμα, χάσμα, βηματίζω, σπιθαμή, διαστήματος, χρονικό, χρονικό διάστημα, μεσοδιάστημα