Ανιδιοτελής στα αγγλικά

Μετάφραση: ανιδιοτελής, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
unselfish, selfless, disinterested, unconditional, altruistic
Ανιδιοτελής στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: ανιδιοτελής

selfless
  • ανιδιοτελής
  • αφιλοκερδής
unselfish
  • ανιδιοτελής
  • αφίλαυτος
  • αφιλοκερδής

Σχετικές λέξεις: ανιδιοτελής

ανιδιοτελής ορισμός, ανιδιοτελής αγάπη, ανιδιοτελής προσφορά, ανιδιοτελής αγγλικά, ανιδιοτελής φιλία, ανιδιοτελής λεξικό γλώσσας αγγλικά, ανιδιοτελής στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ανιαρός στα αγγλικά - tedious, boring, wearisome, stodgy, weary, uninteresting
  • ανιδιοτέλεια στα αγγλικά - disinterestedness, selflessness, unselfishness, selflessly, disinterest
  • ανικανότητα στα αγγλικά - disability, impotence, inability, incompetence, helplessness
  • ανιμισμός στα αγγλικά - animism, Animism
Τυχαίες λέξεις
Ανιδιοτελής στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: unselfish, selfless, disinterested, unconditional, altruistic