Интересовать στα ελληνικά

Μετάφραση: интересовать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τόκος, ενδιαφέρον, επιτόκιο, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
Интересовать στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • белоруссия στα ελληνικά - Λευκορωσία, τη Λευκορωσία, Λευκορωσίας, της Λευκορωσίας, τη Λευκoρωσία
  • вполнакала στα ελληνικά - αμυδρά, με χαμηλό, dimly, συνθήκες χαμηλού, αμυδρώς
  • вступать στα ελληνικά - μάρτιος, εισέρχομαι, βαδίζω, μπαίνω, επιβιβάζομαι, εξασφαλίζω, επιβιβάζω, ...
  • докатить στα ελληνικά - κύλινδρος, κυλώ, ψωμάκι, να κυλήσει, για να κυλήσει, να ρίξει, να αναπτύξουν, ...
Τυχαίες λέξεις
Интересовать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τόκος, ενδιαφέρον, επιτόκιο, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος