Иррегулярный στα ελληνικά

Μετάφραση: иррегулярный, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανώμαλος, ανώμαλο, ακανόνιστος, παράτυπων, ακανόνιστη, ακανόνιστο
Иррегулярный στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • антиген στα ελληνικά - αντιγόνο, αντιγόνου, αντιγόνων, το αντιγόνο, του αντιγόνου
  • выдерживание στα ελληνικά - άρτυμα, γηράσκων, γήρανσης, γήρανση, γήρανση του, γήρανσης του
  • дезинтеграция στα ελληνικά - αναστάτωση, αποσύνθεση, διάλυση, διάσπαση, αποσύνθεσης, διάσπασης
  • жена στα ελληνικά - γυναίκα, σύζυγος, σύζυγό, τη σύζυγό, τη γυναίκα
Τυχαίες λέξεις
Иррегулярный στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανώμαλος, ανώμαλο, ακανόνιστος, παράτυπων, ακανόνιστη, ακανόνιστο