Исчислять στα ελληνικά
Μετάφραση: исчислять, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάζω, αναλογία, υπολογίζω, τοποθετώ, τιμή, λογαριάζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- атропин στα ελληνικά - ατροπίνη, ατροπίνης, η ατροπίνη, την ατροπίνη
- биение στα ελληνικά - δέρνω, εγκεφαλικό, καρδιοχτύπι, παλλόμενος, χτυπώ, χτύπημα, νικώ, ...
- бурить στα ελληνικά - τριβελίζω, ναυαγώ, τροχός, πλήττω, νεροχύτης, κοπή, βυθίζω, ...
- втискиваться στα ελληνικά - κολοκύθι, πατικώνω, ζουλώ, σκουός, του σκουός, squash, κολοκύθα, ...
Τυχαίες λέξεις
Исчислять στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάζω, αναλογία, υπολογίζω, τοποθετώ, τιμή, λογαριάζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
Μεταφράσεις: βάζω, αναλογία, υπολογίζω, τοποθετώ, τιμή, λογαριάζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει