Кислота στα ελληνικά
Μετάφραση: кислота, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οξύς, οξύ, οξέος, οξέως, οξέων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- благоухать στα ελληνικά - αναπνέω, αναπνέετε, αναπνέει, αναπνέουν, αναπνεύσει
- вспучиться στα ελληνικά - vspuchilis
- высеченный στα ελληνικά - λαξευμένα, πελεκητή, λαξευμένους, λαξευτές, πελεκητές
- гектар στα ελληνικά - εκτάριο, εκταρίων, εκτάρια, εκτάριο που
Τυχαίες λέξεις
Кислота στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οξύς, οξύ, οξέος, οξέως, οξέων
Μεταφράσεις: οξύς, οξύ, οξέος, οξέως, οξέων