Консультировать στα ελληνικά
Μετάφραση: консультировать, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συνιστώ, ανατρέχω, συμβουλεύω, συμβουλεύομαι, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
Μεταφράσεις
- булава στα ελληνικά - ρόπαλο, λέσχη, σκήπτρο, περιβλήματα μοσχοκάρυδων, αμώμων, καρποί αμώμων
- великанша στα ελληνικά - γυναίκα γίγαντας
- георгий στα ελληνικά - Γεώργιος, Γιώργος, George, Γεωργίου, Γιώργο
- греческий στα ελληνικά - ελληνικά, Έλληνας, ελληνική, Έλληνες, ελληνικές
Τυχαίες λέξεις
Консультировать στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συνιστώ, ανατρέχω, συμβουλεύω, συμβουλεύομαι, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
Μεταφράσεις: συνιστώ, ανατρέχω, συμβουλεύω, συμβουλεύομαι, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε