Контроль στα ελληνικά
Μετάφραση: контроль, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιτήρηση, σταματώ, καρέ, επίβλεψη, διάθεση, επιθεώρηση, εξουσιάζω, αναχαιτίζω, ανακόπτω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- воздвижение στα ελληνικά - ανέγερση, πλαίσιο, σώμα, κατασκευή, πλαισιώνω, σκελετός, εξύψωση, ...
- впасть στα ελληνικά - εκπίπτω, κατρακυλώ, πέφτω, πτώση, υποχωρώ, εμπίπτουν, εμπίπτει, ...
- глобулин στα ελληνικά - σφαιρίνη, σφαιρίνης, γλοβουλίνη, γλοβουλίνης
- жалующийся στα ελληνικά - γκρινιάρης, μεμψίμοιρος, διαμαρτυρίες, διαμαρτύρεται, ζήτησε από, ζήτησε, διαμαρτυρίες του
Τυχαίες λέξεις
Контроль στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιτήρηση, σταματώ, καρέ, επίβλεψη, διάθεση, επιθεώρηση, εξουσιάζω, αναχαιτίζω, ανακόπτω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της
Μεταφράσεις: επιτήρηση, σταματώ, καρέ, επίβλεψη, διάθεση, επιθεώρηση, εξουσιάζω, αναχαιτίζω, ανακόπτω, έλεγχος, ελέγχου, έλεγχο, τον έλεγχο, ελέγχου της