Копотливый στα ελληνικά
Μετάφραση: копотливый, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βραδύς, άτονος, μαχμουρλής, δυσκίνητος, νωχελής, kopotlivy
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- вспышка στα ελληνικά - διακόπτης, λαμπυρίζω, σπιθοβολώ, πυροδότηση, φλόγες, φλας, ανάφλεξη, ...
- выигрышный στα ελληνικά - επικερδής, πλεονεκτικός, νίκης, νίκη, κερδίζοντας, κερδίζει, τη νίκη
- дилетантство στα ελληνικά - απειροτεχνία, ντιλλεταντισμό, ερασιτεχνισμό, το ντιλλεταντισμό
- диплом στα ελληνικά - δίπλωμα, διπλώματος, πτυχίο, πτυχίου, δίπλωμα που
Τυχαίες λέξεις
Копотливый στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βραδύς, άτονος, μαχμουρλής, δυσκίνητος, νωχελής, kopotlivy
Μεταφράσεις: βραδύς, άτονος, μαχμουρλής, δυσκίνητος, νωχελής, kopotlivy