Корд στα ελληνικά
Μετάφραση: корд, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορδόνι, καλώδιο, μυελού, μυελό, λώρου
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- беспутный στα ελληνικά - εύθυμος, έκλυτος, σατανικός, ανήθικος, ομοφυλόφιλος, κακός, χαρούμενος, ...
- выстригать στα ελληνικά - κόψιμο, κοπή, κόβω, αποκοπεί, κόψει, διακόπτει, αποκομμένοι, ...
- гардель στα ελληνικά - λοιδορία, λοιδορώ, εμπαιγμός, χλευασμός, γιουχαΐζω, περιγελώ, κοροϊδία
- гелий στα ελληνικά - ήλιο, ηλίου, το ήλιο, του ηλίου, ήλιον
Τυχαίες λέξεις
Корд στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορδόνι, καλώδιο, μυελού, μυελό, λώρου
Μεταφράσεις: κορδόνι, καλώδιο, μυελού, μυελό, λώρου