Крещение στα ελληνικά

Μετάφραση: крещение, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάπτισμα, βουτώ, βάφτιση, βαπτίσματος, το βάπτισμα, βάφτισμα
Крещение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вошедший στα ελληνικά - εισέλθει, τέθηκε, εισήλθε, εγγράφονται, άρχισε
  • гончарная στα ελληνικά - αγγειοπλαστική, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής
  • гражданственность στα ελληνικά - civicism
  • жаба στα ελληνικά - βάτραχος, φρύνος, φρύνο, toad, το TOAD
Τυχαίες λέξεις
Крещение στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάπτισμα, βουτώ, βάφτιση, βαπτίσματος, το βάπτισμα, βάφτισμα