Курва στα ελληνικά
Μετάφραση: курва, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καυστικός, στυφός, πόρνη, τάρτα, πατσαβούρα, πουτάνα, πόρνης, η πόρνη, την πόρνη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- аккредитование στα ελληνικά - διαπίστευση, διαπίστευσης, πιστοποίησης, πιστοποίηση, τη διαπίστευση
- гурт στα ελληνικά - όμιλος, σύμπλεγμα, λάκκος, συγκρότημα, συρρέω, ορυχείο, ομάδα, ...
- детонатор στα ελληνικά - πυροκροτητής, πυροκροτητή, πυροκροτητού, πυροκροτητών, πυροκροτητές
- женщина-охотник στα ελληνικά - κυνηγός, Huntress, κυνηγό
Τυχαίες λέξεις
Курва στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καυστικός, στυφός, πόρνη, τάρτα, πατσαβούρα, πουτάνα, πόρνης, η πόρνη, την πόρνη
Μεταφράσεις: καυστικός, στυφός, πόρνη, τάρτα, πατσαβούρα, πουτάνα, πόρνης, η πόρνη, την πόρνη