Курок στα ελληνικά

Μετάφραση: курок, Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ρωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πετεινός, κόκορας, σφυροκοπώ, σκανδάλη, ενεργοποίησης, σκανδάλης, έναυσμα, της σκανδάλης
Курок στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • вдобавок στα ελληνικά - άλλωστε, εξάλλου, εκτός, επιπλέον, εκτός από, πέραν
  • выращивать στα ελληνικά - υψώνω, αναπαράγω, γεννοβολώ, ράτσα, τιθασεύω, ανατρέφω, αυξάνομαι, ...
  • герой στα ελληνικά - χαρακτήρας, ήρωας, ήρωα, ο ήρωας, ήρωάς, ήρωά
  • животный στα ελληνικά - κτήνος, θηριώδης, κτηνώδης, ζώο, ζώων, των ζώων, ζωικής, ...
Τυχαίες λέξεις
Курок στα ελληνικά - Λεξικό: ρωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πετεινός, κόκορας, σφυροκοπώ, σκανδάλη, ενεργοποίησης, σκανδάλης, έναυσμα, της σκανδάλης